Ὅσιος Γαβριὴλ ὁ Ἴβηρας (13 Μαΐου)

15 Ὅσιος Γαβριήλ καταγόταν ἀπό τήν Ἰβηρία καί ἔζησε κατά τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. Αὐτός, ἐνῷ ἀσκήτευε μέσα σέ σπήλαιο, ἐπάνω ἀπό τή μεθόριο τῶν μονῶν Ξηροποτάμου καί Ἁγίου Παντελεήμονος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τήν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου τοῦ 829 μ.Χ., μέ τήν ὑπόδειξη θεϊκῆς φωνῆς, κατῆλθε στήν παραλία, ὅπου βρῆκε καί ἀνέσυρε ἀπό τή θάλασσα τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τήν ἀποκαλούμενη «τῆς Πορταϊτίσσης», ἡ ὁποία σήμερα βρίσκεται στό ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, κοντά στή μονή καί ἀνατολικά αὐτῆς. Τήν ἱερή εἰκόνα εἶχε ἐμπιστευθεῖ στή θάλασσα, εὐσεβής Χριστιανός ἀπό τή Νίκαια, γιά νά τή σώσει ἀπό τήν μανία τῶν εἰκονομάχων.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Παναγία η Πορταΐτισσα – Ι.Μ. Ιβήρων

Στην Ιερά Μονή των Ιβήρων βρίσκεται η θαυματουργή Εικόνα της Παναγίας Πορταΐτισσας, το παλλάδιο του Αγίου Όρους και της Ορθοδοξίας, η οποία κατά την παράδοση είναι έργο του Ευαγγελιστού Λουκά. Έχει διαστάσεις 137 εκατοστά ύψος και 94 πλάτος, το δε βάρος 96 κιλά, μαζί με τα αναθήματα και τα λοιπά. Στη σεβάσμια μορφή της Κυρίας Θεοτόκου διαγράφεται εναργώς μια πλούσια δέσμη ευγενών και δυνατών αισθημάτων. Η αυστηρή έκφραση του ιερού προσώπου Της, τονιζομένη από την επιβλητική, καθηλωτική ματιά Της, προξενεί το δέος. Το κάτω μέρος της σιαγόνος της Θεοτόκου, φέρει μία ουλή από την μάχαιρα ενός πειρατού. Από την ουλή αυτή έρρευσε αίμα, το οποίο πηγμένο διακρίνεται και σήμερα επάνω στην εικόνα. Της εδόθη το προσωνύμιο τούτο επειδή είναι τοποθετημένη στο παρεκκλήσιο της μονής Ιβηρών που ευρίσκεται αριστερά της κεντρικής Πύλης, στο σημείο που εκείνη είχε επιλέξει, ως θυρωρός και φύλαξ της Ιεράς Μονής. Λέγεται, μάλιστα, ότι εάν χαθεί η εικόνα από την θέση της, τότε θ' αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για την δευτέρα παρουσία του Κυρίου μας.

Η ιστορία της Ιερής Εικόνας:

Η εικόνα ήταν κτήμα μιας ευλαβούς χήρας στη Νίκαια, μπροστά απ' την οποία έκαιγε ακοίμητη καντήλα, όταν εικονομάχοι στρατιώτες την ανακάλυψαν στο σπίτι της. Με την υπόσχεση χρημάτων η σώφρων χήρα πήρε μια μέρα παράταση και τη νύχτα, μαζί με το γιό της, έριξε την Εικόνα στη θάλασσα. Η εικόνα, θαυματουργικά, μόλις βρέθηκε στο νερό, στάθηκε όρθια και άρχισε να πλέει προς την Ελλάδα, ο δε γιός της χήρας, για να μη τον συλλάβουν, ήρθε στη Θεσσαλονίκη και μετά στο Αγιον Όρος. Κανείς δεν ξέρει που βρισκόταν 170 χρόνια η εικόνα, απ' το 829 που έπεσε στη θάλασσα ως το 1004 που βγήκε στη μονή Ιβήρων και να πώς εκτυλίχθηκε το θαυμαστό γεγονός της ανεύρεσης:

Κάθονταν οι άγιοι Γέροντες της Ιβήρων και μιλούσαν περί σωτηρίας ψυχής, όταν ξαφνικά είδαν μέσα στη θάλασσα ουρανομήκη λάμψη, και θαύμασαν που μπορούσαν κι έβλεπαν ακόμα και τη νύχτα να λάμπει κάτι σαν τον ήλιο. Μαζεύτηκαν όλοι οι Μοναχοί του Όρους και με βάρκες θέλησαν να πάνε στο περίεργο και θαυμαστό σημείο. Μπόρεσαν μόνο να διακρίνουν ότι ήταν μία εικόνα της Θεοτόκου, διότι όσο πλησίαζαν τόσο η εικόνα απομακρυνόταν. Οπότε, συγκεντρώθηκαν στην Εκκλησία και ικέτευσαν θερμώς τον Πανάγαθο να τους επιτρέψη να πάρουν την αγία Εικόνα. Πράγματι ο Θεός άκουσε τη δέηση τους και απήντησε με τον έξης τρόπο:
Έξω απ' το Μοναστήρι ασκήτευε κάποιος Μοναχός Γαβριήλ από την Ιβηρία. Ήταν ένας απλός, αναχωρητής, που αδιαλείπτως έλεγε «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλό» και «ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». Η τροφή του ήταν τα βότανα του βουνού και ποτό του το νερό και μέρα-νύχτα μελετούσε το νόμο του Κυρίου. Με μια λέξη ήταν επίγειος άγγελος και ουράνιος άνθρωπος. Ενώ προσευχόταν, νύσταξε λίγο, έκλεισε τα μάτια του και βλέπει την Αγία Θεοτόκο με ιδιαίτερη λαμπρότητα και του λέει: «Πήγαινε στο Μοναστήρι σου και πες στον ηγούμενο ότι ήρθα για να τους δώσω την εικόνα μου. Μετά, βάδισε στη θάλασσα, για να γνωρίσουν όλοι την αγάπη και πρόνοια που έχω στο Μοναστήρι σας.» Μόλις είπε αυτά η Παναγία, χάθηκε απ' τα μάτια του Γαβριήλ.
Μετά πήγε στο Μοναστήρι, είπε το νέο και οι Πατέρες με πομπή και Θεομητορικούς ύμνους πήγαν προς την παραλία. Ο Γέρων Γαβριήλ περπάτησε λίγο στη θάλασσα και αμέσως η εικόνα ήρθε στην αγκαλιά του. Οι Πατέρες με πολλήν ευλάβεια και χαρά την υποδέχτηκαν και έκαμαν ολονύκτιες αγρυπνίες και δεήσεις και Λειτουργίες επί τρία μερόνυχτα, για να ευχαριστήσουν τον Θεό και την Παναγία. Την έβαλαν στο ναό της Μονής, αλλά εκείνη έφευγε και στεκόταν πάνω από την πύλη του Μοναστηριού. Αυτό επανελήφθη πολλές φορές, ώσπου ξαναπαρουσιάστηκε η Παναγία στον Γέροντα Γαβριήλ και του λέει: «Πες στον ηγούμενο να παύσετε να με πειράζετε, διότι δεν ήρθα στο Μοναστήρι για να με φυλάτε σεις, αλλά ήρθα για να γίνω εγώ φύλακας και φρουρός σας και σ' αυτήν και στην μέλλουσα ζωή. Και όσοι θα ζήσουν με ευλάβεια και φόβο Θεού και δεν αμελούν στην απόκτηση των αρετών, και τελειώσουν την πρόσκαιρη ζωή τους σ' αυτόν τον τόπο, ας έχουν θάρρος και να μη φοβούνται την κόλαση διότι αυτή τη χάρη ζήτησα από τον Θεό και Υιό μου και την πήρα. Ως επιβεβαίωση των λόγων μου σας δίνω αυτό το σημείο: Όσο βλέπετε την εικόνα μου στο Μοναστήρι σας, δεν θα λείψη απ' το Όρος τούτο η χάρις και το έλεος του Υιού μου και Θεού» (ε' 143).

Όταν τα άκουσε αυτά ο ασκητικός και θεοφόρος πατήρ Γαβριήλ, έσπευσε στο Μοναστήρι να τα αναφέρει στον ηγούμενο ο όποιος χάρηκε πολύ. Συνάθροισε την αδελφότητα και διέταξε να κτισθή στην είσοδο της Μονής ειδικό παρεκκλήσιο για την φύλακα της Μονής θαυματουργό Εικόνα.
Άπειρο είναι το πλήθος των προσκυνητών της, ιδιαίτερα τον Δεκαπενταύγουστο και τη Δευτέρα της Διακαινησίμου, οπότε λιτανεύεται και γιορτάζεται η ανάμνηση της ευρέσεώς της με λειτουργία σε παρεκκλήσι της παραλίας, στο σημείο ακριβώς που την έβγαλε από τη θάλασσα ο Άγιος Γαβριήλ. Από τότε έχουν γίνει πάρα πολλά θαύματα και έχουν θεραπευθεί πάσης φύσεως ασθενούντες αδελφοί μας.

Πηγή: http://agioritikesmnimes.pblogs.gr/2009/05/250-panagia-h-porta-tissa-i-m-ibhrwn.html

Ἁγία Γλυκερία ἡ Μάρτυς (13 Μαΐου)

7 Ἁγία Μάρτυς Γλυκερία γεννήθηκε στήν Τραϊανούπολη τόν 2ο αἰώνα μ.Χ., ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Ἀντωνίνος ὁ Εὐσεβής (138 – 161 μ.Χ.). Ὁ πατέρας της ὀνομαζόταν Μακάριος καί εἶχε διατελέσει ὕπατος. Σέ μικρή ἡλικία ἀσπάσθηκε τόν Χριστιανισμό καί ἀνέπτυξε ἔντονη χριστιανική καί κατηχητική δράση. Ὅταν πληροφορήθηκε τό γεγονός ὁ ἡγεμόνας Σαβίνος, τήν κάλεσε νά παρουσιασθεῖ μπροστά του. Μέ μεγάλη προθυμία ἡ Ἁγία ἐμφανίσθηκε σέ ἐκεῖνον, ἔχοντας σημειώσει στό μέτωπό της τόν Τίμιο Σταυρό καί δέν δίστασε νά ὁμολογήσει μέ παρρησία καί σθένος τήν πίστη της στόν Σωτήρα καί Λυτρωτή Ἰησοῦ Χριστό.
Ὅταν ὁ ἡγεμόνας κάλεσε τήν Ἁγία νά θυσιάσει στά εἴδωλα, αὐτή ἀρνήθηκε καί ὁμολόγησε τήν πίστη της στόν Χριστό. Ἀκολούθως προσευχήθηκε στόν Θεό λέγοντας: «Ὁ Θεός, ὁ Παντοκράτορας, Σύ πού δοξάζεσαι μέ τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ Σου ἀπό τούς δούλους Σου, Σύ πού ἐμφανίσθηκες στούς Ὁσίους Σου παῖδες καί τούς γλύτωσες ἀπό ἀναμμένο καμίνι, Σύ πού ἔκλεισες τά στόματα τῶν λιονταριῶν καί ἀνέδειξες νικητή τόν δοῦλο Σου Δανιήλ, Σύ πού κατέστρεψες τόν Βάαλ καί ἐξόντωσες τόν δράκοντα καί συνέτριψες τή διαβολική εἰκόνα (τοῦ βασιλέως Ναβουχοδονόσορ), Ἰησοῦ Χριστέ, τό ἄμωμο καί ἄκακο ἀρνίον τοῦ Θεοῦ, ἔλα σέ ἐμένα τήν ταπεινή καί συνέτριψε τόν δαίμονα (τόν Δία) πού δημιουργήθηκε μέ τήν ἀνθρώπινη τέχνη καί διασκόρπισε τήν κακή τους θυσία». Ἀμέσως μετά τήν προσευχή ἔγινε βροντή μεγάλη καί ἔπεσε τό ἄγαλμα τοῦ Δία καί συντρίφθηκε, γιατί ἦταν πέτρινο.
Ὅταν ὁ ἡγεμόνας καί οἱ εἰδωλολάτρες ἱερεῖς εἶδαν νά συντρίβεται τό ἄγαλμα τοῦ θεοῦ τους, γεμάτοι ἀπό ὀργή, ἔδωσαν τήν ἐντολή νά πεθάνει ἡ Γλυκερία μέ λιθοβολισμό. Ἀμέσως τά πλήθη τῶν εἰδωλολατρῶν ὅρμησαν μανιασμένα καί ἄρχισαν νά λιθοβολοῦν τήν Ἁγία. Οἱ πέτρες ὅμως ἔπεφταν δίπλα της χωρίς καθόλου νά τήν ἀγγίζουν. Οἱ εἰδωλολάτρες βλέποντας τό φαινόμενο καί μή ἀντιλαμβανόμενοι αὐτή τή δωρεά καί εὐεργεσία τοῦ Θεοῦ, νόμισαν ὅτι ἡ Ἁγία εἶναι μάγισσα καί γι’ αὐτό δέν τήν ἄγγιζαν οἱ πέτρες. Ἄρχισαν λοιπόν νά τήν βρίζουν.
Ὁ ἡγεμόνας παρεμβαίνοντας διέταξε νά τήν βάλουν μέχρι τό πρωί τῆς ἑπόμενης ἡμέρας στή φυλακή καί νά τήν ἀσφαλίσουν καλά, μήπως κάνοντας χρήση τῶν μαγικῶν της ἱκανοτήτων κατορθώσει νά φύγει καί ἔπειτα διαδώσει ὅτι τήν βοήθησε ὁ Θεός της μέ συνέπεια νά ἐξαπατήσει πολλούς.
Ἐκεῖ στήν φυλακή, τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, ἐπισκέφθηκε τήν Ἁγία ὁ Χριστιανός ἱερέας τῆς πόλεως, Φιλοκράτης, τόν ὁποῖο ἡ Ἁγία παρακάλεσε νά τή σφραγίσει μέ τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ.
Τό πρωί τῆς ἑπόμενης ἡμέρας ὁ ἡγεμόνας ᾖλθε στό δικαστήριο, γιά νά δικάσει καί τιμωρήσει παραδειγματικά τήν Ἁγία Γλυκερία. Διέταξε λοιπόν νά τήν ὁδηγήσουν μπροστά του καί τήν ρώτησε, ἐάν θέλει νά θυσιάσει στόν Δία. Τῆς ἐπέστησε δέ τήν προσοχή ὅτι σέ περίπτωση πού δέν ἐπείθετο καί δέν ὑπάκουε θά ἔδινε τήν ἐντολή νά τήν σκοτώσουν. Ἡ Ἁγία ἀρνήθηκε. Τότε ὁ ἡγεμόνας διέταξε νά τήν κρεμάσουν ἀπό τά μαλλιά καί νά τῆς γδάρουν τήν κεφαλή. Ἡ Ἁγία, καθώς ἦταν κρεμασμένη, εὐχαριστοῦσε τόν Θεό.
Ὅταν ὁ ἡγεμόνας ἀντιλήφθηκε ὅτι δέν μπορεῖ νά κατισχύσει τῆς Ἁγίας Γλυκερίας, διέταξε νά ξεκρεμάσουν τήν Μάρτυρα καί νά τῆς συντρίψουν τό πρόσωπο.
Μόλις τελείωσε τήν προσευχή της, οἱ ὑπηρέτες ἄρχισαν νά τήν χτυποῦν. Ξαφνικά ὅμως ἐμφανίσθηκε Ἄγγελος Κυρίου καί παρέλυσε αὐτούς, οἱ ὁποῖοι ἔμειναν ἀποσβολωμένοι σάν νεκροί. Τότε ὁ ἡγεμόνας διέταξε νά μεταφερθεῖ ἡ Ἁγία καί πάλι στή φυλακή καί ἔδωσε τήν ἐντολή, κανένας νά μήν τῆς δώσει τροφή. Ἡ Ἁγία Γλυκερία γεμάτη χαρά καί δοξάζοντας τόν Θεό ἐπανῆλθε στήν φυλακή. Ὁ δεσμοφύλακάς της μέ πολύ σεβασμό καί φόβο τήν κλείδωσε στό κελλί της. Ἡ Μεγαλομάρτυς εὐχαρίστησε τόν Θεό.
Ἀπό τότε πέρασε ἱκανός χρόνος κατά τόν ὁποῖο ἡ Ἁγία ἦταν πάντα κλεισμένη μέσα στή φυλακή καί δοξολογοῦσε τόν Θεό, ἐνῷ Ἄγγελοι ἔφερναν τροφή σέ αὐτήν.
Κάποτε ὁ ἡγεμόνας ἐπρόκειτο νά μεταβεῖ στήν Ἡράκλεια. Τότε σκέφθηκε νά περάσει καί ἀπό τήν φυλακή, γιά νά δεῖ τί γίνεται ἡ Γλυκερία καί ἂν εἶναι σέ θέση νά τόν ἀκολουθήσει στήν Ἡράκλεια. Ὅταν ὅμως ἔφθασε στή φυλακή καί εἶδε τήν πόρτα σφραγισμένη, νόμισε ὅτι εἶχε ἤδη πεθάνει ἡ Ἁγία. Ἀλλά μόλις ἄνοιξε ἡ πόρτα διαπίστωσε ὅτι ἡ Ἁγία ἦταν λυμένη καί δίπλα της ὑπῆρχε ἕνα πινάκιο μέ γάλα καί ψωμί καί ἕνα δοχεῖο μέ νερό. Γεμάτος ἔκπληξη ὁ ἡγεμόνας καί μή γνωρίζοντας ὅτι ὁ Θεός ἔτρεφε τήν Ἁγία, τήν ἔβγαλε ἀπό τήν φυλακή.
Μετά ἀπό αὐτά, πῆρε ὁ ἡγεμόνας τήν Ἁγία καί κατευθύνθηκε πρός τήν Ἡράκλεια. Ὅταν οἱ Χριστιανοί τῆς Ἡράκλειας ἄκουσαν γιά τήν ἀθληφόρο τοῦ Χριστοῦ καί ὅτι τήν ἔφερναν στήν πόλη τους, ἔτρεξαν ὅλοι νά τήν προϋπαντήσουν ἔχοντας ἐπικεφαλῆς τους τόν Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως, Δομίτιο.
Τό πρωί τῆς ἑπομένης ἡμέρας ὁ ἡγεμόνας διέταξε νά προσαχθεῖ σέ δίκη ἡ Ἁγία καί σέ περίπτωση πού καί πάλι θά ἀρνιόταν νά ὑπακούσει, νά τήν ἔριχναν στή φωτιά. Ἡ Ἁγία καί πάλι ὁμολόγησε τήν πίστη της στόν Χριστό. Τότε ὁ ἡγεμόνας διέταξε νά ρίξουν τήν Ἁγία μέσα σέ καμίνι. Ὅταν ἑτοιμάσθηκε ἡ φωτιά μέσα στό καμίνι, ὥστε νά μήν μπορεῖ νά τό πλησιάσει ἄνθρωπος, ἡ Ἁγία κάνοντας τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ σφράγισε τόν ἑαυτό της καί προσευχήθηκε πρός τόν Θεό. Μόλις τήν ἔριξαν μέσα στό καμίνι, ἦλθε οὐράνια δροσιά καί ἔσβησε τή φλόγα τῆς φωτιᾶς.
Μετά ἀπό αὐτά, ὁ ἡγεμόνας θυμωμένος διέταξε νά τῆς γδάρουν τό κεφάλι μέχρι τό μέτωπο καί ἀφοῦ ἔδεσαν οἱ ὑπηρέτες χειροπόδαρα τήν Ἁγία, ἔπρατταν κατά τῆς διαταγές τοῦ ἡγεμόνος. Ὁ ἡγεμόνας, μή ὑποφέροντας τήν ψυχική καί πνευματική ἀντοχή τῆς Ἁγίας, διέταξε νά τήν κλείσουν πάλι στήν φυλακή. Ἐκεῖ διέταξε νά τήν δέσουν χειροπόδαρα καί νά τήν ξαπλώσουν πάνω σέ κοφτερές πέτρες, γιά νά ὑποφέρει ἀφόρητα ὅταν ἤθελε νά μετακινηθεῖ δεξιά καί ἀριστερά. Καί οἱ ὑπηρέτες ἔκαναν ὅτι τούς διέταξε ὁ ἡγεμόνας. Κατά τό μεσονύκτιο ὅμως Ἄγγελος Κυρίου ἦλθε καί ἔλυσε τή Μάρτυρα ἀπό τά δεσμά της καί ἐπούλωσε τά τραύματα τοῦ προσώπου της, ὥστε νά καταστεῖ ἀπόλυτα ὑγιῆς, χωρίς κανένα σημάδι ἢ οὐλή, ὅπως δηλαδή τῆς τό εἶχε χαρίσει ὁ Θεός.
Τό ἑπόμενο πρωί ἦλθε ὁ ἡγεμόνας στό δικαστήριο καί διέταξε νά φέρουν μπροστά του τήν Ἁγία. Ὅταν ὁ δεσμοφύλακας, ὀνόματι Λαοδίκιος, ἄνοιξε τήν πόρτα τῆς φυλακῆς, βρῆκε τήν Γλυκερία λυμένη καί ὑγιή, ὥστε δέν τήν ἀναγνώρισε. Ἡ Ἁγία ὅμως τοῦ εἶπε: «Μήν κάνεις τίποτε καί λυπήσου τόν ἑαυτό σου, ἐγώ εἶμαι ἐκείνη πού ζητᾶς».
Ὁ δεσμοφύλακας γεμάτος ἔκπληξη καί ἔντρομος ἔβγαλε τήν Ἁγία ἀπό τήν φυλακή καί ἀφοῦ δέθηκε ὁ ἴδιος μέ τά δεσμά τῆς Μάρτυρος τήν ἀκολούθησε στό βῆμα τοῦ ἡγεμόνα. Ἀντικρίζοντας αὐτό τό θέαμα ὁ ἡγεμόνας ρώτησε τόν δεσμοφύλακα. Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε τί ἀκριβῶς συνέβη. Ὁ ἄρχοντας ἔδωσε ἀμέσως ἐντολή καί οἱ στρατιῶτες ἀποκεφάλισαν τόν Μάρτυρα. Τό λείψανό του τό πῆραν οἱ Χριστιανοί καί τό ἐνταφίασαν.
Στή συνέχεια ὁ ἡγεμόνας διέταξε νά ριχθεῖ ἡ Γλυκερία στά θηρία. Ἀλλά ἡ Μάρτυς ἀκούγοντας τήν ἀπόφαση τοῦ ἡγεμόνα ἀντί νά πανικοβληθεῖ χάρηκε ὡς νά τῆς συνέβη κάτι τό εὐχάριστο.
Ἀφοῦ λοιπόν ὁ ἡγεμόνας καί ὁ λαός πῆραν τίς θέσεις τους στό στάδιο, ἔριξαν μέσα στόν στίβο τήν Ἁγία, ἡ ὁποία εἰσῆλθε χαρούμενη καί στάθηκε γαλήνια στήν μέση τοῦ σταδίου περιμένοντας καί πάλι τόν Χριστό ὡς βοηθό της. Ἒτσι ὁλοκληρώθηκε τό μαρτύριο τῆς Ἁγίας Γλυκερίας στό ὁποῖο ἀναδείχθηκε τέλεια στήν ὁμολογία τῆς ἀλήθειας.
Τό ἱερό λείψανό της παρέλαβε ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Ἡρακλείας Δομίτιος καί τό τοποθέτησε σέ εὐπρεπή τόπο κοντά στήν πόλη.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τήν ὡραιότητα.
Τήν καλλιπάρθενον, Χριστοῦ τιμήσωμεν, τήν ἀριστεύσασαν, πόνοις ἀθλήσεως, καί ἀσθένειᾳ τῆς σαρκός, τόν ὄφιν καταβαλοῦσαν· πόθῳ γάρ τοῦ Κτίσαντος, τῶν βασάνων τήν ἔφοδον, παρ’ οὐδέν ἡγήσατο, καί θεόθεν δεδόξασται· πρός ἣν ἀναβοήσωμεν πάντες· χαίροις θεόφρον Γλυκερία.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τήν παρθένον στέργουσα, καί Θεοτόκον Μαρίαν, διετήρεις ἄφθορον, τήν σεαυτῆς παρθενίαν· πόθῳ δέ, καρδιωθεῖσα τῷ τοῦ Κυρίου, ἤθλησας, ἀνδρειοφρόνως μέχρι θανάτου· διά τοῦτο Γλυκερία, διπλῷ στεφάνῳ, σέ στέφει Χριστός ὁ Θεός.

Μεγαλυνάριον.
Μύρον πολυσύνθετον τῷ Χριστῷ, ἐξ ἁγνοίας πόνων, καί αἱμάτων τοῖς σταλαγμοῖς, προσενεγκαμένη, θεόφρον Γλυκερία, ἐν μύροις θεοβρύτοις, λαμπρῶς δεδόξασαι.

Ἅγιος Λαοδίκιος ὁ Μάρτυρας ὁ δεσμοφύλακας (13 Μαΐου)

15 Ἅγιος Μάρτυς Λαοδίκιος ἦταν δεσμοφύλακας στήν Τραϊανούπολη τῆς Θράκης, κατά τόν χρόνο τόν ὁποῖο ἡ Μάρτυς Γλυκερία ἦταν κλεισμένη στή φυλακή. Ἀφοῦ κατηχήθηκε ἀπό αὐτήν στόν Χριστιανισμό καί ὁμολόγησε τόν Χριστό ὡς Θεό Ἀληθινό, συνελήφθη καί ἀποκεφαλίσθηκε.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ἅγιοι Ἰβηρίτες Ὁσιομάρτυρες (13 Μαΐου)

15 αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος (1259 – 1282), γιά νά ἐπιτύχει τήν παρέμβαση τοῦ Πάπα Γρηγορίου Ι’ (1271 – 1276) καί ἀργότερα τοῦ Ἰωάννου Κ’ (1276 – 1277) πρός τόν Κάρολο τόν Ἀνδεγαβικό, προκειμένου νά σταματήσει τίς ἐπιθέσεις του κατά τοῦ Βυζαντίου, προσχώρησε στήν ἕνωση τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, πού διακηρύχθηκε στίς 6 Ἰουνίου τοῦ 1274 στή Σύνοδο τῆς Λυών τῆς Γαλλίας. Ἡ πράξη ὅμως αὐτή τοῦ αὐτοκράτορα, ἐξήγειρε ἐσωτερικό πόλεμο πού κράτησε μέχρι τό 1281, διότι τόσο ὁ κλῆρος, ὅσο καί ὁ λαός, ἀντιτάχθηκαν σθεναρά κατά τῆς ἑνωτικῆς αὐτῆς πολιτικῆς. Ὁ αὐτοκράτορας μεταχειρίσθηκε ἐναντίον τῶν ἀντιφρονούντων αὐστηρά μέτρα: βαριές φορολογίες καί κατασχέσεις, δημόσιες τιμωρίες καί περιυβρίσεις.
Βοηθούμενος δέ καί ἀπό τόν λατινόφρονα Πατριάρχη Ἰωάννη ΙΑ’ Βέκκο (1275 – 1282), ἐπιχείρησε νά ἐπιβάλει τήν ἕνωση βίαια. Θύματα τῆς βίας αὐτῆς ὑπῆρξαν οἱ Ἰβηρίτες μοναχοί, οἱ ὁποῖοι, δέν ὑπάκουσαν στίς πατριαρχικές καί αὐτοκρατορικές διαταγές περί ἀποδοχῆς τῆς ἑνώσεως, ἀλλά μέ πνευματική ἀνδρεία, τούς ἔλεγξαν γιά τήν ἀνορθόδοξη πολιτική τους, συνελήφθησαν καί ρίχθηκαν στή θάλασσα, ὅπου βρῆκαν μαρτυρικό θάνατο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ἴβηρας (13 Μαΐου)

15 Ὅσιος Ἰωάννης (Βαρασβατσέ) καταγόταν ἀπό τήν Ἰβηρία καί ἔζησε τόν 10ο αἰώνα μ.Χ. Ἦταν σύμβουλος τοῦ διοικητῆ τῆς Ἰβηρίας Δαβίδ τοῦ Κουροπαλάτου, τοπάρχης τῆς Ἰβηρικῆς Μεσχίας καί τιτλοῦχος τοῦ Βυζαντίου. Ἀπογοητευμένος ἀπό τά ἐγκόσμια ἀποσύρθηκε, γιά νά μονάσει στόν Ὄλυμπο τῆς Μυσίας, ἀργότερα δέ, ἀφοῦ παρέλαβε ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη τόν νεαρό υἱό του, Εὐθύμιο, πού εἶχε παραδοθεῖ ἀπό τόν ἡγεμόνα τῆς Ἰβηρίας Δαβίδ ὡς ὅμηρος, πῆγε στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἀσκήτευε στήν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου μαζί μέ μερικούς μαθητές. Κοιμήθηκε μέ εἰρήνη μεταξύ τῶν ἐτῶν 998 – 1003.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ Ἀθωνίτης κτήτορας τῆς Ι.Μ. Ἰβήρων (13 Μαΐου)

15 Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ Ἀθωνίτης καταγόταν ἀπό τήν πόλη Τάω τῆς Ἰβηρίας καί ἔζησε κατά τό β’ ἥμισυ τοῦ 10ου καί τίς ἀρχές τοῦ 11ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀπό νεαρή ἡλικία κατέφυγε μέ τόν πατέρα του Ἰωάννη στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου κατετάγησαν στήν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου.
Ἐπειδή ὁ χῶρος πού παραχωρήθηκε σέ αὐτούς ἦταν ἀνεπαρκής, ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ἀποφάσισε τήν ἵδρυση ἀνεξάρτητης μονῆς ὑποκείμενης στήν ἄμεση προστασία τῶν Βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων. Στήν ἀνέγερση τῆς μονῆς αὐτῆς «τοῦ Κλήμεντος» πού ὀνομάσθηκε μονή τῶν Ἰβήρων ἀπό τόν τόπο καταγωγῆς τῶν κτητόρων, συνετέλεσε τά μέγιστα ὁ Ἴβηρας μοναχός Ἰωάννης Τορνίκιος, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἀπεκδύθηκε τό μοναχικό σχῆμα καί ἐτέθη ἐπικεφαλῆς δώδεκα χιλιάδων ἀνδρῶν, συμπολέμησε μέ τόν Βάρδα Φωκᾶ καί κατατρόπωσε τόν στρατηγό Βάρδα Σκληρό, πού στασίασε κατά τοῦ αὐτοκράτορος Βασιλείου τοῦ Β’. Αὐτός μετά τήν νίκη τῆς Παγκαλείας, ἀφοῦ ἐνδύθηκε καί πάλι τό μοναχικό σχῆμα, μέ αὐτοκρατορική χορηγία καί χρυσόβουλο τοῦ 980 μ.Χ., μέ τήν βοήθεια δέ καί τοῦ κτήτορα τῆς Λαύρας Ὁσίου Ἀθανασίου, συνέβαλε ὥστε κατά τό 985 μ.Χ. ἡ μονή νά εἶναι ἕτοιμη.
Ὅταν πέθανε ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, ἡγούμενος τῆς μονῆς ἐξελέγη ὁ υἱός του Ὅσιος Εὐθύμιος. Ὁ νεός ἡγούμενος μέ τήν θεάρεστη πολιτεία καί τήν ἀσκητική βιοτή του συνέβαλε στήν πνευματική καλλιέργεια τῶν ἀδελφῶν καί κατέστη περίφημος γιά τίς ἀρετές του, ἕνεκα τῶν ὁποίων καί εἶχε προικισθεῖ ἀπό τόν Θεό μέ τή θαυματουργική χάρη. Παραιτήθηκε ἀπό τήν θέση τοῦ ἡγουμένου τό 1012, γιά νά εἶναι ἀπερίσπαστος στή μετάφραση ἐκκλησιαστικῶν ἔργων καί στήν πρωτότυπη συγγραφή. Χάρη στό κλασσικό καί λαμπρό ὕφος του, ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος εἶναι πλέον ἀναγνωρισμένος συγγραφέας τοῦ Ἰβηρικοῦ μεσαίωνα.
Τό 1028, ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη γιά ἁγιορείτικες ὑποθέσεις, ἀλλά πέθανε ἀφοῦ ἔπεσε ἀπό ἡμίονο πού τόν μετέφερε. Κατά τόν ἐνταφιασμό τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του ἐπιτελέσθηκαν πολλά θαύματα σέ ἔνδειξη τῆς ἁγιότητάς του. Ἀργότερα τό τίμιο λείψανο τοῦ Ὁσίου ἀνακομίσθηκε καί μεταφέρθηκε στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου κατατέθηκε στό ναό τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, πού εἶχε ἀνοικοδομήσει ὁ ἴδιος.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

Publish modules to the "offcanvs" position.