Ἁγία Ταμάρα ἡ Μεγάλη, βασίλισσα τῆς Γεωργίας, γεννήθηκε περί τό 1165 καί καταγόταν ἀπό τήν ἀρχαία γεωργιανή δυναστεία τῶν Μπαγκραντίντ. Τό 1178 συνεβασίλευσε μέ τόν πατέρα της Γεώργιο τόν Γ’. Ἡ βασιλεία τῆς Ταμάρας ἔμεινε γνωστή στή Γεωργιανή Ἱστορία ὡς Χρυσή Ἐποχή. Ἡ Ἁγία διακρινόταν γιά τήν μεγάλη εὐλάβειά της καί τό ἱεραποστολικό της ἔργο. Συνεχίζοντας τό ἔργο τοῦ παπποῦ της, Ἁγίου Δαβίδ († 26 Ἰανουαρίου), διέδωσε τόν Χριστιανισμό σέ ὅλη τήν Γεωργία καί ἀνήγειρε ναούς καί μονές. Τό 1204, ὁ κυβερνήτης τοῦ σουλτανάτου Ρούμα, ὁ Ρούκν-ἐν-Ντίν, ἔστειλε μία διαταγή στή βασίλισσα Ταμάρα, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ Γεωργία ἔπρεπε νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη στόν Χριστό καί νά ἀσπασθεῖ τόν Μουσουλμανισμό.
Ἡ Ἁγία Ταμάρα ἀρνήθηκε καί σέ μία ἱστορική μάχη, κοντά στή Βασιανή, ὁ γεωργιανός στρατός νίκησε τούς Μουσουλμάνους. Ἡ σοφή καί δίκαιη βασιλεία τῆς Ἁγίας Ταμάρας τῆς χάρισε τήν ἀγάπη τοῦ λαοῦ της. Ἡ Ἁγία διῆλθε τά τελευταία χρόνια τοῦ βίου της στό μοναστήρι τῶν Σπηλαίων τῆς Μπάρζια. Τό κελί της συνδεόταν μέ τήν ἐκκλησία μέ ἕνα παράθυρο, διά μέσου τοῦ ὁποίου μποροῦσε νά προσεύχεται στόν Θεό κατά τήν διάρκεια τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν. Κοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 1213 καί συγκαταριθμήθηκε στή χορεία τῶν Ἁγίων.
Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας Ταμάρας τιμᾶται, ἐπίσης, καί τήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων.