Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Ὁσιομάρτυρας (1 Μαΐου)

15 Ἅγιος Ὁσιομάρτυρας Ἀκάκιος, κατά κόσμον Ἀθανάσιος, καταγόταν ἀπό τό Νεοχώρι, σημερινό Ἀσβεστοχώρι Θεσσαλονίκης καί γεννήθηκε τό 1792. Οἱ γονεῖς του εἶχαν ἀναγκασθεῖ γιά βιοποριστικούς λόγους νά μετακομίσουν τό 1805 στίς Σέρρες, ὅπου παρέδωσαν τόν ἐννιάχρονο Ἀθανάσιο σέ κάποιον ὑποδηματοποιό, γιά νά τοῦ διδάξει τήν τέχνη του. Ὅμως ἡ σκληρή συμπεριφορά του καί ἡ κακομεταχείριση, ἐξώθησαν τόν Ἀθανάσιο σέ ἄρνηση τῆς πίστης του, γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τά βάσανα. Στήν πράξη του αὐτή τόν προέτρεψαν καί δύο Ὀθωμανές, οἱ ὁποῖες παρακολουθοῦσαν τήν ἀπάνθρωπη συμπεριφορά τοῦ ἀφεντικοῦ του καί ὑποσχόμενες μία καλύτερη ζωή στόν μικρό Ἀθανάσιο, τόν ἔπεισαν τήν ἡμέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς νά ἀλλαξοπιστήσει. Μωαμεθανός, πλέον, ὁ Ἀθανάσιος δέχθηκε τήν πονηρή ἐπίθεση τῆς μητριᾶς του, ἡ ὁποία, καθώς ἔβλεπε τόν Ἀθανάσιο νά μεγαλώνει καί νά ἀνδρώνεται, τόν ἐρωτεύθηκε, ὅπως στήν Παλαιά Διαθήκη ἐρωτεύθηκε τόν Ἰωσήφ ἡ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ. Ἐπειδή ὅμως αὐτός δέν ὑποχώρησε καί δέν ὑπέκυψε στό πάθος τῆς μητριᾶς του, συκοφαντήθηκε ἀπό αὐτήν στόν θετό πατέρα του, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐκδιωχθεῖ ἀπό αὐτόν.
Ἐκμεταλλευόμενος αὐτήν τήν εὐκαιρία κατέφυγε στήν Θεσσαλονίκη κοντά στούς γονεῖς του, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐγκαταλείψει τίς Σέρρες, μόλις πληροφορήθηκαν τήν ἀρνησιθρησκεία του.
Στήν συνέχεια, ἀκολουθώντας τίς συμβουλές τῶν γονέων του, μετέβη στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου, ἀφοῦ περιπλανήθηκε σέ ἀρκετές μονές, κατέληξε τελικά στήν Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, στήν συνοδεία τοῦ Γέροντα Νικηφόρου, ὁ ὁποῖος τόν παρέδωσε ὡς ὑποτακτικό στόν Γέροντα Ἀκάκιο, γιά νά τόν προετοιμάσει γιά τό μαρτύριο, ὅπως εἶχε κάνει καί προηγουμένως μέ τούς Ὁσιομάρτυρες Εὐθύμιο καί Ἰγνάτιο.
Μετά ἀπό ἕνα διάστημα συνεχοῦς ἀσκήσεως καί ἀδιάλειπτης προσευχῆς, ὁ Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος ἐκάρη μοναχός καί μετονομάσθηκε Ἀκάκιος, ἔχοντας τίς εὐλογίες τῶν λοιπῶν γερόντων ξεκίνησε, συνοδευόμενος ἀπό τόν μοναχό Γρηγόριο, ὁ ὁποῖος εἶχε συνοδεύσει νωρίτερα καί τούς δύο παραπάνω Ὁσιομάρτυρες, γιά τήν Κωνσταντινούπολη στίς 10 Ἀπριλίου. Ὁ Ἅγιος βάδιζε μέ χαρά πρός τό μαρτύριο.
Λίγο πρίν τήν ἀναχώρησή του, πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, ἔγραψε τήν ἀκόλουθη ἐπιστολή πρός τόν γέροντα καί τούς ἀδελφούς μοναχούς:
«Πανοσιώτατέ μοι καί πνευματικέ μου πάτερ δουλικῶς σοῦ προσκυνῶ καί τήν ἁγίαν δεξιάν σου ἀσπάζομαι.
Τό παρόν μου ταπεινόν γράμμα δέν εἶν’ εἰς ἄλλο τι εἰ μή εἰς τό νά ζητήσω τήν εὐχήν σας καί διά νά μάθετε καί τό καλό μας κατεβώδιο μέ τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Θεοῦ καί μέ τίς ἐδικές σας ἁγίες εὐχές. Κατευωδωθήκαμεν εἰς τήν βασιλεύουσαν τή 24ῃ τοῦ Ἀπριλίου μηνός [καί ἐμπήκαμεν μαζί μέ τόν γέροντά μου εἰς τά ἐργαστήρια τά χαβιαρτζίδικα, ὅπου καί ἄλλην φορά ἐμπῆκεν ὁ γέροντάς μου], καί ἐλπίζω μέ τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Θεοῦ καί τῆς Κυρίας μου Βασίλισσας καί μέ τίς ἐδικές σου θερμές δεήσεις πρός τόν Κύριον καί τῶν συναδέλφων μου νά λάβῃ τέλος κι ἡ ὑπόθεσίς μας.
Τούς συναδέλφους μου πολύ τούς παρακαλῶ καί τούς χαιρετῶ, νά μήν μέ λησμονήσουν καί ἀκούγοντας τό μακάριόν μου τέλος νά εὐχαριστήσετε τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν καί τήν Κυρίαν μου Βασίλισσαν καί νά δοξολογήσετε καί νά καταλύσετε ὅλη τήν ἑβδομάδα ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει ψυχῆς. Διά τούς κόπους πού ἐδοκιμάσατε δι’ ἐμέ μέχρι σήμερα ἐγώ δέν εἶμαι ἱκανός νά σᾶς εὐχαριστήσω, μόνον ὁ ἐπουράνιος Βασιλεύς μου νά σᾶς ἀντιβραβεύσῃ ἐν τή βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν καί νά μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Κύριος νά συγκατοικήσουμε ὁμοῦ. Καί ὅσοι ἀκόμη συνέδραμαν καί βοήθησαν εἰς αὐτό τό ἔργο ἂς λάβουν τόν μισθό τους ἀπό τόν ἐπουράνιον Βασιλέα μου.
Ἀκόμη ὅλους τούς ἁγίους πατέρας τῆς ἱερᾶς σκήτεώς μας εὐλαβῶς τούς προσκυνῶ, τόν διδάσκαλό μου, τόν γέροντα Ὀνούφριον τόν ἀσπάζομαι, καί τούς συναδέλφους μου γέροντες, Ἀκάκιον, Ἰάκωβον καί Καλλίνικον. Χαιρετίσματα καί εἰς τόν διδάσκαλον Γαβριήλ. Προσκυνήματα καί εἰς τόν παπᾶ Ἀγαθάγγελον, ἀσπάζομαι τήν δεξιάν του. Τόν παπᾶ Δοσίθεον μετά τοῦ γέροντός του καί τῆς συνοδίας του προσκυνῶ, ὡς καί τόν γείτονά μας τόν Νεόφυτον μέ τήν συνοδία του. Ἀσπάζομαι ὁμοίως καί τόν γέροντα Μιχαήλ καί τήν συνοδίαν του. Ταῦτα γράφω ἐν συντομίᾳ γέροντά μου καί πνευματικέ μου. Αὔριο λοιπόν Παρασκευή 28 Ἀπριλίου μέλλω νά κινήσω εἰς τόν δρόμον τῆς ἀθλήσεως καί εἴθε οἱ ἅγιες εὐχές σας νά μέ βοηθήσουν. Ἀμήν».
Ὁ πλοίαρχος, ἄνθρωπος εὐλαβής, ὅταν ἔμαθε τόν σκοπό τοῦ ταξιδιοῦ τοῦ Ἀκακίου, ὑποσχέθηκε στόν Γρηγόριο νά μεριμνήσει γιά τήν ἐξαγορά τοῦ λειψάνου του μετά τό μαρτυρικό του τέλος καί νά τό ἐπανακομίσει ὁ ἴδιος στό Ἅγιον Ὄρος. Ὕστερα ἀπό δεκατρεῖς ἡμέρες ἔφθασαν στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου φιλοξενήθηκαν ἀπό κάποιον παντοπώλη, γνώριμο τοῦ Γρηγορίου. Τό Σάββατο 29 Ἀπριλίου, ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος, ἀφοῦ προετοιμάσθηκε κατάλληλα λαμβάνοντας τά Ἄχραντα Μυστήρια, ἐνδύθηκε μέ ροῦχα τουρκικά καί μέ τήν καθοδήγηση τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ καπετάνιου ἔφθασε στό κριτήριο, ὅπου ὁμολόγησε ἐνώπιον ὅλων τῶν παρισταμένων τήν ἐπάνοδό του στήν πατρώα πίστη. Ἐξαιτίας αὐτῆς του τῆς ὁμολογίας κλείσθηκε φυλακή. Καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς φυλακίσεώς του προσπάθησαν ἐπανειλημμένα εἴτε μέ κολακεῖες καί ὑποσχέσεις, εἴτε μέ βασανιστήρια καί ἐκφοβισμούς νά τόν μεταπείσουν. Ὅλα αὐτά ὅμως δέν κατάφεραν νά τόν κλονίσουν. Ἰδιαίτερα μάλιστα ἐνισχύθηκε καί προετοιμάσθηκε γιά νά ἀντιμετωπίσει τό μαρτύριο, ὅταν ἔλαβε τή Θεία Κοινωνία πού τοῦ μετέφερε κρυφά στήν φυλακή ὁ ἀδελφός τοῦ καπετάνιου μέ τήν εὐλογία τοῦ μοναχοῦ Γρηγορίου ἀπό τό ναό τῆς Παναγίας τῆς Καταφιανῆς. Οἱ Τοῦρκοι προύχοντες, βλέποντας τό σταθερό φρόνημα τοῦ Ἀκακίου, κατάλαβαν πώς μάταια κοπιάζουν, γι’ αὐτό καί ἀποφάσισαν τήν θανάτωσή του.
Ἔτσι, «εἰς τόπον καλούμενον Δακτυλόπορταν», ὁ Ἅγιος Νεομάρτυρας Ἀκάκιος παρέδωσε τό πνεῦμά του διά τοῦ ξίφους τό 1816. Τήν τρίτη ἡμέρα, σύμφωνα μέ τήν ἐπικρατοῦσα συνήθεια, ὁ μοναχός Γρηγόριος ἐξαγόρασε τό λείψανο τοῦ Μάρτυρος μέ χρήματα πού συγκέντρωσε ἀπό τούς παντοπῶλες τοῦ Γαλατᾶ καί τό μετέφερε στή νῆσο Πρίγκηπο, ὅπου ἐπιβιβάστηκαν στό πλοῖο μέ τό ὁποῖο εἶχαν ἔλθει στήν Κωνσταντινούπολη, μέ προορισμό τό Ἅγιον Ὄρος. Στίς 9 Μαΐου ἀποβιβάσθηκαν στό λιμενίσκο τῆς μονῆς Ἰβήρων καί ἀπό ἐκεῖ μετέφεραν τό τίμιο λείψανο στήν Καλύβη τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ὅπου τό ἐνταφίασαν στό παρεκκλήσι τῶν ὁσιομαρτύρων Εὐθυμίου καί Ἰγνατίου μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, σύμφωνα μέ τήν ἐπιθυμία τοῦ Ὁσιομάρτυρος.

Πηγή: http://vatopaidi.wordpress.com/2010/04/24

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τήν ὡραιότητα.
Λυχνία τρίφωτος, κόσμῳ ἐδείχθητε, Ὁσιομάρτυρες, Χριστοῦ τρισάριθμοι, τήν Ἐκκλησίαν ταῖς αὐγαῖς πυρσεύσοντες τῶν ἀγώνων, ἔνδοξε Εὐθύμιε, ἀφθαρσίας τό στέλεχος, ἱερέ Ἰγνάτιε, ἐγκρατείας τό ἔσοπτρον, καί ῥόδον ἀκακίας Ἀκάκιε· ὅθεν ὑμᾶς ὑμνολογοῦμεν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν Ὁσίων σύμμορφοι, καί τῶν Μαρτύρων εἰκόνες, ἀληθῶς ἐδείχθητε, Ὁσιομάρτυρες θεῖοι· τούτων γάρ, τάς ἀριστείας ὡς ὑπελθόντες, στέφανον, διπλοῦν εἰλήφατε ἐκ Κυρίου, Εὐθύμιε θεοφόρε, σύν Ἰγνατίῳ καί Ἀκακίῳ ὁμοῦ.

Μεγαλυνάριον.
Τούς Ὁσιομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, Εὐθύμιον πάντες, καί Ἰγνάτιον τόν κλεινόν, σύν τῷ Ἀκακίῳ, ὑμνήσωμεν βοῶντες· Χαίρετε Ἐκκλησίας, νέα προπύργια.